Περι Τεχνης

Το σώμα μου. Δεν μπορώ να δω το σώμα μου. Τα μέλη μου διαχωρισμένα. Σίδερο κι ατσάλι. Πάντα εδώ. Ένα εδώ που ποτέ δεν μπόρεσα να ορίσω. Απελπισμένες άπειρες προσπάθεις με βία και με αίμα. Το σώμα μου. Δεν μπορώ να δω το σώμα μου. Διαχωρισμένα μέλη και μάτια διεσταλμένα. Με βία και με αίμα. Το αίμα είναι το περισσότερο. Κάθε νύχτα βάφω την άμμο άθελά μου και κάθε πρωί που ξημερώνει οι ίδιοι κόκκοι με χαιρετούν. Απαράλλαχτοι. Τόσο άιμα. Διασκορπισμένο με τόση βία παντού και δυνατά. Συνέπεια φυσική της ημερίσιας πίεσης που εφαρμόζεται πάνω μου μέχρι να φτάσει το επιθυμητό και αναγκαίο ποσοστό, όπου το αίσθημα της σύνθλιψης γίνεται τόσο αφόρητο για το ίδιο το σώμα πια σαν ξεχωριστή οντότητα, που λύνει τους αρμούς που συγκρατούν αυτό που ορίζεται ως σώμα μου και οδηγεί κάθε άκρο μοναχικά, ξεχωριστά και συγκεκριμένα πια στην απόλυτη συντριβή πάνω στην σιδερένια επιφάνεια, που λειτουργεί σαν ορισμός του μοναδικού εδώ μου, ύστερα από την ξέφρενη εναέρια πορεία του από το σημείο Α, που θεωρείται το σώμα μου, το δικό μου σώμα, το σώμα αυτό εδώ, ως το σημείο Β, που θεωρείται το σιδερένιο κάγκελο του κλουβιού του κόσμου μου. Και έτσι η άμμος βάφεται κόκκινη και κάθε πρωί που ξημερώνει προβάλλει πάλι καθαρή. Αμόλυντη και έτοιμη να δεχτεί ξανά τα προιόντα αυτής της δικής μου τέχνης. Έχω πια σταματήσει να σκέφτομαι.  Δεν με ενδιαφέρει πια. Κάπως την λένε την ακτή, κάπως θα βρέθηκα εδώ και κάποιο όνομα θα έχω. Ερωτήματα που καταστήθηκαν άσχετα μέσα σε αυτήν την αιώνια ακινησία. Τίποτα δεν προσφέρουν πια. Η ασχετοσύνη τους ειναι εκνευριστική. Απρόσφορη ακόμα. Κάποτε ημουν μαζί και τότε ζούσα και πια κανένα νόημα δεν έχει. Αντιπερισπασμοί που με απομακρύνουν από το κέντρο. Αυτό μπορώ ακόμα να το δω. Εκεί έξω. Υπάρχει επανειλημμένα. Σχεδόν σαν πλάσμα ζωντανό. Κρατάει ακίνητο την θέση του και περιμένει.